Greek Meaning of fellowshiping
κοινωνία
Other Greek words related to κοινωνία
Nearest Words of fellowshiping
Definitions and Meaning of fellowshiping in English
fellowshiping (p. pr. & vb. n.)
of Fellowship
FAQs About the word fellowshiping
κοινωνία
of Fellowship
παραδεχόμενοι,εισάγοντας,λήψη,Διασκεδαστικό,λήψη,φιλόξενος,επιβεβαιώνοντας,επικυρώνοντας, εγκρίνοντας
απαγόρευση,除非,μειούμενη,Απαγορεύει,αποδοκιμαστικός,απορρίπτω,αρνούμαι,Απορριπτικός,εξορία,μαύρη λίστα
fellowshiped => κοινότητα, fellowship => υποτροφία, fellowly => φιλικός, fellowlike => φιλικός, fellowless => άκαιρος,