Greek Meaning of eucharistical
ευχαριστικός
Other Greek words related to ευχαριστικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of eucharistical
- eucharistic liturgy => ευχαριστιακή λειτουργία
- eucharistic => ευχαριστιακός
- eucharist => Θεία Κοινωνία
- eucharis => ευχαριστία
- eucaryotic => ευκαρυωτικός
- eucaryote => Ευκαρυώτης
- eucarya => Εύκαρυώτες
- eucalytus stellulata => Ευκάλυπτος ο ζωηρός
- eucalyptusd eugenioides => Ευκάλυπτος ευγενειοειδής
- eucalyptus viminalis => Eucalyptus viminalis
Definitions and Meaning of eucharistical in English
eucharistical (a.)
Giving thanks; expressing thankfulness; rejoicing.
Pertaining to the Lord's Supper.
FAQs About the word eucharistical
ευχαριστικός
Giving thanks; expressing thankfulness; rejoicing., Pertaining to the Lord's Supper.
No synonyms found.
No antonyms found.
eucharistic liturgy => ευχαριστιακή λειτουργία, eucharistic => ευχαριστιακός, eucharist => Θεία Κοινωνία, eucharis => ευχαριστία, eucaryotic => ευκαρυωτικός,