Greek Meaning of eucalyptus rostrata
Ευκάλυπτος ο ρωστράτος
Other Greek words related to Ευκάλυπτος ο ρωστράτος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of eucalyptus rostrata
- eucalyptus regnans => Ευκάλυπτος ρενάνς
- eucalyptus pauciflora => Ευκάλυπτος ο λιγοάνθος
- eucalyptus oil => λάδι ευκαλύπτου
- eucalyptus maculata citriodora => Ευκάλυπτος λεμονόχορτος
- eucalyptus maculata => Ευκάλυπτος ο κηλιδωτός
- eucalyptus kino => Κινό από ευκάλυπτο
- eucalyptus gum => Εὐκάλυπτος της κόμμεως
- eucalyptus globulus => Αρκοκοιλιά
- eucalyptus fraxinoides => Ευκάλυπτος με φύλλα σαν τις φτελιές
- eucalyptus dumosa => Ευκάλυπτος η βοδινοκέρατη
- eucalyptus tree => Ευκάλυπτος
- eucalyptus viminalis => Eucalyptus viminalis
- eucalyptusd eugenioides => Ευκάλυπτος ευγενειοειδής
- eucalytus stellulata => Ευκάλυπτος ο ζωηρός
- eucarya => Εύκαρυώτες
- eucaryote => Ευκαρυώτης
- eucaryotic => ευκαρυωτικός
- eucharis => ευχαριστία
- eucharist => Θεία Κοινωνία
- eucharistic => ευχαριστιακός
Definitions and Meaning of eucalyptus rostrata in English
eucalyptus rostrata (n)
somewhat crooked red gum tree growing chiefly along rivers; has durable reddish lumber used in heavy construction
FAQs About the word eucalyptus rostrata
Ευκάλυπτος ο ρωστράτος
somewhat crooked red gum tree growing chiefly along rivers; has durable reddish lumber used in heavy construction
No synonyms found.
No antonyms found.
eucalyptus regnans => Ευκάλυπτος ρενάνς, eucalyptus pauciflora => Ευκάλυπτος ο λιγοάνθος, eucalyptus oil => λάδι ευκαλύπτου, eucalyptus maculata citriodora => Ευκάλυπτος λεμονόχορτος, eucalyptus maculata => Ευκάλυπτος ο κηλιδωτός,