FAQs About the word enecate

Ενεκάτη

To kill off; to destroy.

No synonyms found.

No antonyms found.

enea silvio piccolomini => Ενέα Σίλβιο Πικολόμινι, ene => ένα, endysis => Ένδυσις, endyses => Δεν βρέθηκε αντιστοιχία, endyma => Ένδυμα,