Greek Meaning of embryonate
εμβρυϊκός
Other Greek words related to εμβρυϊκός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of embryonate
- embryonary => εμβρυϊκός
- embryonal rhabdosarcoma => εμβρυϊκό ραβδοσαρκώμα
- embryonal rhabdomyosarcoma => εμβρυονικό ραβδομυοσάρκωμα
- embryonal carcinosarcoma => Εμβρυϊκό καρκινώδες σάρκωμα
- embryonal carcinoma => Εμβρυονικό καρκίνωμα
- embryonal => εμβρυϊκός
- embryon => έμβρυο
- embryoma of the kidney => Εμβρύωμα νεφρού
- embryology => Εμβρυολογία
- embryologist => Εμβρυολόγος
- embryonated => Εμβρυϊκός
- embryonic => εμβρυϊκός
- embryonic cell => Εμβρυϊκά κύτταρα
- embryonic membrane => Εμβρυϊκός υμένας
- embryonic stem-cell research => Έρευνα εμβρυονικών βλαστικών κυττάρων
- embryonic tissue => Εμβρυϊκός ιστός
- embryoniferous => εμβρυϊκό
- embryoniform => εμβρυοειδής
- embryoplastic => εμβρυοπλαστικός
- embryos => Έμβρυα
Definitions and Meaning of embryonate in English
embryonate (a.)
Alt. of Embryonated
FAQs About the word embryonate
εμβρυϊκός
Alt. of Embryonated
No synonyms found.
No antonyms found.
embryonary => εμβρυϊκός, embryonal rhabdosarcoma => εμβρυϊκό ραβδοσαρκώμα, embryonal rhabdomyosarcoma => εμβρυονικό ραβδομυοσάρκωμα, embryonal carcinosarcoma => Εμβρυϊκό καρκινώδες σάρκωμα, embryonal carcinoma => Εμβρυονικό καρκίνωμα,