Greek Meaning of dutch people
Ολλανδοί
Other Greek words related to Ολλανδοί
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of dutch people
- dutch oven => φουρνάκι
- dutch monetary unit => Ολλανδική νομισματική μονάδα
- dutch leonard => Ολλανδός Leonard
- dutch iris => Ολλανδική ίριδα
- dutch hoe => Τσαπί
- dutch guiana => Ολλανδική Γουιάνα
- dutch florin => Ολλανδικό φιορίνι
- dutch elm fungus => Ολλανδική φολιδωτή τεφρόσκωρα
- dutch elm disease => Δουτς νόσος
- dutch elm => Γραφιόζα φτελιάς
- dutch treat => Ο καθένας πληρώνει μόνος του
- dutch uncle => αυστηρός θείος
- dutch-elm beetle => Σκαθάρι φλοιού φτελιάς
- dutchman => Ολλανδός
- dutchman's breeches => Κουλότα των Ολλανδών
- dutchman's-pipe => αρτιστολοχία
- dutchmen => Ολλανδοί
- dutch-processed cocoa => κακάο με ολλανδική επεξεργασία
- duteous => φιλότιμος
- dutiable => Τελωνήσιμο
Definitions and Meaning of dutch people in English
dutch people (n)
the people of the Netherlands
FAQs About the word dutch people
Ολλανδοί
the people of the Netherlands
No synonyms found.
No antonyms found.
dutch oven => φουρνάκι, dutch monetary unit => Ολλανδική νομισματική μονάδα, dutch leonard => Ολλανδός Leonard, dutch iris => Ολλανδική ίριδα, dutch hoe => Τσαπί,