Greek Meaning of dramatisation
Δραματοποίηση
Other Greek words related to Δραματοποίηση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of dramatisation
- dramatis personae => Πρόσωπα του δράματος
- dramatics => Δραματικός
- dramatically => δραματικά
- dramatical => δραματικός
- dramatic work => δραματικό έργο
- dramatic production => δραματική παραγωγή
- dramatic play => Δραματικό παιχνίδι
- dramatic performance => θεατρική παράσταση
- dramatic irony => Δραματική ειρωνεία
- dramatic event => δραματικό γεγονός
- dramatise => Δραματοποιώ
- dramatist => θεατρικός συγγραφέας
- dramatizable => δραματοποιήσιμος
- dramatization => Δραματοποίηση
- dramatize => θεατρικοποιώ
- dramatized => δραματοποιημένο
- dramatizing => δραματοποιώντας
- dramaturgic => δραματουργικός
- dramaturgical => δραματουργικός
- dramaturgist => δραματουργός
Definitions and Meaning of dramatisation in English
dramatisation (n)
conversion into dramatic form
a dramatic representation
FAQs About the word dramatisation
Δραματοποίηση
conversion into dramatic form, a dramatic representation
No synonyms found.
No antonyms found.
dramatis personae => Πρόσωπα του δράματος, dramatics => Δραματικός, dramatically => δραματικά, dramatical => δραματικός, dramatic work => δραματικό έργο,