Greek Meaning of dialectically
διαλεκτικά
Other Greek words related to διαλεκτικά
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of dialectically
- dialectical materialism => Διαλεκτικός υλισμός
- dialectical => διαλεκτικός
- dialectic => Διαλεκτική
- dialectal => διαλεκτικός
- dialect geography => Γλωσσογεωγραφία
- dialect atlas => Μίμηση
- dialect => διάλεκτος
- dial telephone => περιστροφικό τηλέφωνο
- dial phone => Τηλέφωνο με περιστροφικό καντράν
- dial => καντράν
Definitions and Meaning of dialectically in English
dialectically (r)
in a dialectic manner
dialectically (adv.)
In a dialectical manner.
FAQs About the word dialectically
διαλεκτικά
in a dialectic mannerIn a dialectical manner.
No synonyms found.
No antonyms found.
dialectical materialism => Διαλεκτικός υλισμός, dialectical => διαλεκτικός, dialectic => Διαλεκτική, dialectal => διαλεκτικός, dialect geography => Γλωσσογεωγραφία,