Greek Meaning of deviceful
πανέξυπνος
Other Greek words related to πανέξυπνος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of deviceful
- device driver => Πρόγραμμα Οδήγησης Συσκευής
- device characteristic => Χαρακτηριστικό συσκευής
- device => συσκευή
- deviatory => παρεκκλίνων
- deviator => Αποκλίτης
- deviationist => παρεκκλίνων
- deviationism => απόκλιση
- deviation => εκτροπή
- deviating => αποκλίνουσα
- deviated septum => Απόκλιση ρινικού διαφράγματος
Definitions and Meaning of deviceful in English
deviceful (a.)
Full of devices; inventive.
FAQs About the word deviceful
πανέξυπνος
Full of devices; inventive.
No synonyms found.
No antonyms found.
device driver => Πρόγραμμα Οδήγησης Συσκευής, device characteristic => Χαρακτηριστικό συσκευής, device => συσκευή, deviatory => παρεκκλίνων, deviator => Αποκλίτης,