Greek Meaning of desert soil
Εδαφος ερημου
Other Greek words related to Εδαφος ερημου
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of desert soil
- desert selaginella => Σελαγινέλλα της ερήμου
- desert sand verbena => Βερβένα της ερήμου
- desert rose => Τριαντάφυλλο της ερήμου
- desert rheumatism => Ρευματισμός της ερήμου
- desert rat => αρουραίος της ερήμου
- desert plume => Πτερωτή εξόρμηση
- desert plant => Φυτό της ερήμου
- desert pea => Αρακάς της ερήμου
- desert paintbrush => Πινέλο ερήμου
- desert olive => Ελαία της ερήμου
Definitions and Meaning of desert soil in English
desert soil (n)
a type of soil that develops in arid climates
FAQs About the word desert soil
Εδαφος ερημου
a type of soil that develops in arid climates
No synonyms found.
No antonyms found.
desert selaginella => Σελαγινέλλα της ερήμου, desert sand verbena => Βερβένα της ερήμου, desert rose => Τριαντάφυλλο της ερήμου, desert rheumatism => Ρευματισμός της ερήμου, desert rat => αρουραίος της ερήμου,