Greek Meaning of daughters
κόρες
Other Greek words related to κόρες
Nearest Words of daughters
Definitions and Meaning of daughters in English
daughters (pl.)
of Daughter
FAQs About the word daughters
κόρες
of Daughter
γιοι,υποπροϊόντα,παράγωγα,απόγονοι,απόγονοι,Παραπροϊόντα,Κλαδιά,Εκβλαστήσεις,spin-offs
πρόγονοι,προϋποθέσεις,αρχέτυπα,πατέρες,Πρόδρομοι,μοντέλα,πρόδρομοι,προκάτοχοι,Πρωτότυπα,πρόδρομοι
daughterly => θυγατρικός, daughterliness => θυγατερικότητα, daughter-in-law => Σύζυγος του γιου, daughter cell => Θυγατρικό κύτταρο, daughter => κόρη,