Greek Meaning of cross-linguistic
διαγλωσσικός
Other Greek words related to διαγλωσσικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of cross-linguistic
- cross-legged => σταυροπόδι
- cross-leaved heath => Βρου søndagια μόν
- crossjack => Κρυσαετός
- crossing over => μετάβαση
- crossing guard => σχολικός τροχονόμος
- crossing => διασταύρωση
- cross-index => σταυροαναφορές
- crossheading => πάνω από αρίθμηση
- crosshead => σταυρόκοφτο
- crosshatched => Διαγώνιως σκιαγραφημένος
- cross-linguistically => διαγλωσικά
- cross-link => Διασταύρωση
- cross-linkage => Διασταύρωση
- crossly => θυμωμένα
- cross-modal => Διασταυρούμενης-αισθητικής
- crossness => κακοκεφιά
- crossopterygian => Πτερυγιόμορφα
- crossopterygii => Κροσσοπτέρυγα
- crossover => Crossover
- crossover voter => Σταυρωτός ψηφοφόρος
Definitions and Meaning of cross-linguistic in English
cross-linguistic (a)
relating to different languages
FAQs About the word cross-linguistic
διαγλωσσικός
relating to different languages
No synonyms found.
No antonyms found.
cross-legged => σταυροπόδι, cross-leaved heath => Βρου søndagια μόν, crossjack => Κρυσαετός, crossing over => μετάβαση, crossing guard => σχολικός τροχονόμος,