Greek Meaning of crocodiles
κροκόδειλοι
Other Greek words related to κροκόδειλοι
- Αλιγάτορας
- αντιλόπη
- αντιλόπες
- ελαφόδερμα
- παιδιά
- στρουθοκάμηλοι
- σφραγίδες
- Δέρματα φιδιών
- δέρματα από δάμαλα
- καμπριολέ
- Δέρματα μοσχαριών
- κάπες
- γαμούζα
- ζαρκάδι
- παλτά
- κορδοβάνικο
- Δέρματα αγελάδας
- Δέρμα ελαφιού
- μαλλιά
- Δέρματα κατσίκας
- δέρματα αλόγων
- Δέρματα νεαρών ζώων
- δέρματα αρνιού
- Μαρόκο
- γούνες
- δέρμα γουρουνιού
- Δέρμα καρχαρία
- Δέρματα προβάτων
- γούνες
- δέρματα
- Δέρματα
- νουμπούκ
- Βερνικωμένο δέρμα
- δέρματα
- Suede
Nearest Words of crocodiles
Definitions and Meaning of crocodiles in English
crocodiles
any of several large thick-skinned long-bodied reptiles of tropical and subtropical waters compare alligator, any of several large, carnivorous, thick-skinned, long-bodied, aquatic reptiles (family Crocodylidae and especially genus Crocodylus) of tropical and subtropical waters that have a long, tapered, V-shaped snout, crocodilian, the skin or hide of a crocodile, a line of people (such as schoolchildren) usually walking in pairs
FAQs About the word crocodiles
κροκόδειλοι
any of several large thick-skinned long-bodied reptiles of tropical and subtropical waters compare alligator, any of several large, carnivorous, thick-skinned
Αλιγάτορας,αντιλόπη,αντιλόπες,ελαφόδερμα,παιδιά,στρουθοκάμηλοι,σφραγίδες,Δέρματα φιδιών,δέρματα από δάμαλα,καμπριολέ
No antonyms found.
crocks => κροκς, crocking => θόρυβος, crocheted => Χαμηλά, croaks => κραυγές, croakers => σκιανίδες,