Greek Meaning of corticosterone
Κορτικοστερόνη
Other Greek words related to Κορτικοστερόνη
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of corticosterone
- corticosteroid => Κορτικοστεροειδές
- corticospinal tract => Κορτικονωτιαίος δίοδος
- corticoid => Κορτικοειδή
- cortico-hypothalamic => φλοιώδης υποθαλαμικός
- corticofugal => κορτικοφυγοκεντρικός
- corticoefferent => ανασταλτικός φλοιός
- corticoafferent => φλοιώδης προσθετικός
- corticium solani => Corticium solani
- corticium salmonicolor => Κορτίσιουμ σαλεμονικολόρουμ
- corticium => φλοιός
- corticotrophin => κορτικοτροπίνη
- corticotropin => Κορτικοτροπίνη
- cortina => αστέρι
- cortinariaceae => Κορτινάριοι
- cortinarius => Κορτινάριος
- cortinarius armillatus => Κορτινάριος ο οπλισμένος
- cortinarius atkinsonianus => Cortinarius Atkinsonianus
- cortinarius corrugatus => Cortinarius corrugatus
- cortinarius gentilis => Κορτινάριος ο ευγενής
- cortinarius mutabilis => Κορτινάριος ο μεταβλητός
Definitions and Meaning of corticosterone in English
corticosterone (n)
secreted by the adrenal cortex; involved in regulating water and electrolyte balance in the body
FAQs About the word corticosterone
Κορτικοστερόνη
secreted by the adrenal cortex; involved in regulating water and electrolyte balance in the body
No synonyms found.
No antonyms found.
corticosteroid => Κορτικοστεροειδές, corticospinal tract => Κορτικονωτιαίος δίοδος, corticoid => Κορτικοειδή, cortico-hypothalamic => φλοιώδης υποθαλαμικός, corticofugal => κορτικοφυγοκεντρικός,