FAQs About the word chyloderma

χυλοδέρμα

swelling of the scrotum resulting from chronic lymphatic obstruction

No synonyms found.

No antonyms found.

chylify => μετατρέπει σε χυλό, chylificatory => χυλοποιητικός, chylification => Χυλοποίηση, chylific => Χυμός, chyliferous => γαλακτοφορικό,