Greek Meaning of chromic acid
Χρωμικό οξύ
Other Greek words related to Χρωμικό οξύ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of chromic acid
- chromic => χρωμικός
- chrome-tungsten steel => Χάλυβας χρωμίου-βολφραμίου
- chromesthesia => Χρωματεσθεσία
- chrome-nickel steel => Χρωμίου-Νικελίου Χάλυβας
- chromed => χρωμιωμένο
- chrome yellow => Χρώμιο κίτρινο
- chrome steel => Ανοξείδωτος χάλυβας
- chrome red => Κόκκινο χρώμιο
- chrome green => Πράσινο χρωμίου
- chrome alum => Χρώμιο στυπτηρία
Definitions and Meaning of chromic acid in English
chromic acid (n)
an unstable acid known only in solution and as chromate salts
FAQs About the word chromic acid
Χρωμικό οξύ
an unstable acid known only in solution and as chromate salts
No synonyms found.
No antonyms found.
chromic => χρωμικός, chrome-tungsten steel => Χάλυβας χρωμίου-βολφραμίου, chromesthesia => Χρωματεσθεσία, chrome-nickel steel => Χρωμίου-Νικελίου Χάλυβας, chromed => χρωμιωμένο,