Greek Meaning of chloropal
Χλωροπαλή
Other Greek words related to Χλωροπαλή
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of chloropal
- chloromycetin => Χλωραμφενικόλη
- chlorometry => Χλωρομετρία
- chlorometer => Χλωρόμετρο
- chloroleucite => Χλωρολευσίτης
- chlorohydric acid => υδροχλωρικό οξύ
- chlorofucin => Χλωροφουσίνη
- chloroforming => Χλωροφόρμιση
- chloroformed => Χλωροφορμιωμένο
- chloroform => Χλωροφόρμιο
- chlorofluorocarbon => Χλωροφθοράνθρακες
- chloropeptic => Χλωροπεπτικός
- chlorophane => Χλωροφάνης
- chlorophis => Χλωροφής
- chlorophoneus => Χλωροφωνέους
- chlorophoneus nigrifrons => Αφρικανικός μελισσοφάγος με μαύρο μέτωπο
- chlorophthalmidae => Χλωροφθαλμίδες
- chlorophyceae => Χλωροφύκη
- chlorophyl => Χλωροφύλλη
- chlorophyll => Χλωροφύλλη
- chlorophyll a => Χλωροφύλλη a
Definitions and Meaning of chloropal in English
chloropal (n.)
A massive mineral, greenish in color, and opal-like in appearance. It is essentially a hydrous silicate of iron.
FAQs About the word chloropal
Χλωροπαλή
A massive mineral, greenish in color, and opal-like in appearance. It is essentially a hydrous silicate of iron.
No synonyms found.
No antonyms found.
chloromycetin => Χλωραμφενικόλη, chlorometry => Χλωρομετρία, chlorometer => Χλωρόμετρο, chloroleucite => Χλωρολευσίτης, chlorohydric acid => υδροχλωρικό οξύ,