FAQs About the word chloridic

Χλωριούχο

Of or pertaining to a chloride; containing a chloride.

No synonyms found.

No antonyms found.

chloride of lime => Χλωριούχο ασβέστιο, chloride => Χλωρίδιο, chloridate => Χλωρικό άλας, chloric acid => Χλωρικό οξύ, chloric => χλωρικό,