Greek Meaning of chemical weapon
Χημικό όπλο
Other Greek words related to Χημικό όπλο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of chemical weapon
- chemical warfare => χημικός πόλεμος
- chemical substance => Χημική ένωση
- chemical science => Χημική επιστήμη
- chemical reactor => Χημικός αντιδραστήρας
- chemical reaction => χημική αντίδραση
- chemical property => χημική ιδιότητα
- chemical process => χημική διεργασία
- chemical plant => Χημικό εργοστάσιο
- chemical phenomenon => Χημικό φαινόμενο
- chemical operations => Χημικές επιχειρήσεις
- chemical weapons convention => Σύμβαση για τα χημικά όπλα
- chemically => χημικά
- chemiglyphic => χημιογλυφικό
- chemigraphy => Φωτοχημική χάραξη
- chemiloon => χημιλούν
- chemiluminescence => Χημειοφωταύγεια
- chemiluminescent => Χημειοφωτιζόμενο
- chemin de fer => Σιδηρόδρομος
- chemiotaxis => χημειοταξία
- chemise => πουκάμισο
Definitions and Meaning of chemical weapon in English
chemical weapon (n)
chemical substances that can be delivered using munitions and dispersal devices to cause death or severe harm to people and animals and plants
FAQs About the word chemical weapon
Χημικό όπλο
chemical substances that can be delivered using munitions and dispersal devices to cause death or severe harm to people and animals and plants
No synonyms found.
No antonyms found.
chemical warfare => χημικός πόλεμος, chemical substance => Χημική ένωση, chemical science => Χημική επιστήμη, chemical reactor => Χημικός αντιδραστήρας, chemical reaction => χημική αντίδραση,