FAQs About the word cetrimide

Κετριμίδι

a cationic detergent that is a powerful disinfectant

No synonyms found.

No antonyms found.

cetrarin => Κετραρίνη, cetraric => Κετραρικό οξύ, cetraria islandica => Ισλανδική κετραρία, cetraria => Κετραιρία, cetorhinus maximus => Φαλαινοκαρχαρίας,