Greek Meaning of carline
Καρολίνα
Other Greek words related to Καρολίνα
Nearest Words of carline
- carlina vulgaris => Χρυσόβεργα
- carlina acaulis => Καρλίνα
- carlina => Αργυρόλευκη
- carlin => καρλίνο
- carl yastrzemski => Καρλ Γιαστρζέμσκι
- carl xvi gustav => Κάρολος ΙΣΤ' Γουσταύος
- carl xvi gustaf => Κάρολος ΙΣΤ' Γουσταύος
- carl von linne => Καρλ φον Λινναίος
- carl van doren => Καρλ βαν Ντόρεν
- carl sandburg => Καρλ Σάντμπεργκ
Definitions and Meaning of carline in English
carline (n.)
Alt. of Caroline
Alt. of Carling
FAQs About the word carline
Καρολίνα
Alt. of Caroline, Alt. of Carling
Γριά,μάγισσα,Θηλυκό τέρας,Μάγισσα,γάτα της κόλασης,μαγκούστα,τροχασμός,Μάγισσα,αρπυία,virago
No antonyms found.
carlina vulgaris => Χρυσόβεργα, carlina acaulis => Καρλίνα, carlina => Αργυρόλευκη, carlin => καρλίνο, carl yastrzemski => Καρλ Γιαστρζέμσκι,