Greek Meaning of canadian goose
Καναδέζικη χήνα
Other Greek words related to Καναδέζικη χήνα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of canadian goose
- canadian goldenrod => Χρυσόραβδος του Καναδά
- canadian french => Καναδικά γαλλικά
- canadian fleabane => Ερίνγιο του Καναδά
- canadian falls => Καταρράκτες του Καναδά
- canadian dollar => Καναδέζικο δολάριο
- canadian capital => πρωτεύουσα του Καναδά
- canadian bacon => μπέικον
- canadian aspen => Λευκή ασπίδα
- canadian => καναδικός
- canada wild rye => Καναδική άγρια σίκαλη
- canadian hemlock => Καναδικός τσούγας
- canadian maritime provinces => Οι καναδικές θαλάσσιες επαρχίες
- canadian pondweed => Ελοδεάς του Καναδά
- canadian province => καναδική επαρχία
- canadian red pine => Κόκκινη πεύκη του Καναδά
- canadian river => Καναδικός ποταμός
- canadian security intelligence service => Καναδική Υπηρεσία Ασφαλείας Πληροφοριών
- canadian shield => Καναδική ασπίδα
- canafistola => κάνναβη
- canafistula => συρίγγιο
Definitions and Meaning of canadian goose in English
canadian goose (n)
common greyish-brown wild goose of North America with a loud, trumpeting call
FAQs About the word canadian goose
Καναδέζικη χήνα
common greyish-brown wild goose of North America with a loud, trumpeting call
No synonyms found.
No antonyms found.
canadian goldenrod => Χρυσόραβδος του Καναδά, canadian french => Καναδικά γαλλικά, canadian fleabane => Ερίνγιο του Καναδά, canadian falls => Καταρράκτες του Καναδά, canadian dollar => Καναδέζικο δολάριο,