Greek Meaning of calorification
θερμιδική αξία
Other Greek words related to θερμιδική αξία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of calorification
- calorificient => θερμαντικός
- calorimeter => θερμιδομετρητής
- calorimetric => Θερμιδομετρικός
- calorimetry => Θερμιδομετρία
- calorimotor => θερμική μηχανή
- calorisator => θερμιδομετρητής
- caloscypha fulgens => Καλόσκυφα η λαμπρή
- calosoma => Καλοσωμα
- calosoma scrutator => Ονθόφαγος
- calostoma cinnabarina => Καλόστομα η κινναβαρίνη
Definitions and Meaning of calorification in English
calorification (n.)
Production of heat, esp. animal heat.
FAQs About the word calorification
θερμιδική αξία
Production of heat, esp. animal heat.
No synonyms found.
No antonyms found.
calorific => θερμογόνος, calorifiant => Θερμαντικό, calorifacient => Θερμογόνος, calorie-free => χωρίς θερμίδες, calorie chart => Πίνακας θερμίδων,