Greek Meaning of bloodshedding
Αιματοχυσία
Other Greek words related to Αιματοχυσία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of bloodshedding
- bloodshedder => αιμοβόρος
- bloodshed => Αιματοχυσία
- bloodroot => Sanguinaria canadensis
- blood-related => εξ αίματος
- blood-red => βαθύ κόκκινο
- blood-oxygenation level dependent functional magnetic resonance imaging => Εξαρτώμενη από το επίπεδο οξυγόνωσης του αίματος λειτουργική μαγνητική τομογραφία
- bloodmobile => κινητή μονάδα λήψης αίματος
- bloodlust => αιμοδιψία
- bloodline => Αιματική γραμμή
- bloodletting => φλεβοτομία
Definitions and Meaning of bloodshedding in English
bloodshedding (n.)
Bloodshed.
FAQs About the word bloodshedding
Αιματοχυσία
Bloodshed.
No synonyms found.
No antonyms found.
bloodshedder => αιμοβόρος, bloodshed => Αιματοχυσία, bloodroot => Sanguinaria canadensis, blood-related => εξ αίματος, blood-red => βαθύ κόκκινο,