FAQs About the word bet on

στοιχηματίζω σε

place a bet on

θέτει σε κίνδυνο,τζογάρει (σε),θέτω σε κίνδυνο,θέμα,Στοίχημα,γενειάδα,γενναίος,συμβιβασμός,Αντιμετωπίζω,τολμώ

No antonyms found.

bet => Στοίχημα, beswike => εξαπατήσει, bestudding => φοιτών, bestudded => γεμισμένο, bestud => εξερευνητής,