Greek Meaning of backcountry
ενδοχώρα
Other Greek words related to ενδοχώρα
Nearest Words of backcountry
- backdrops => φόντα
- backed (up or away) => υποστηρίζεται (πίσω ή μακριά)
- backed (up) => υποστηριζόμενο (επιστροφή)
- backed away => υποχώρησε
- backed down => υποχώρησε
- backed off => αποσύρθηκε
- backed up => με αντίγραφα ασφαλείας
- backers => χρηματοδότες
- backfired => Επέστρεψε πίσω σαν μπούμερανγκ
- backfiring => Αντιστροφή πυροδότησης
Definitions and Meaning of backcountry in English
backcountry
a remote undeveloped rural area
FAQs About the word backcountry
ενδοχώρα
a remote undeveloped rural area
Νεκρό νερό,επαρχία,θάμνος,Χώρα,υπτία,σύνορο,ενδοχώρα,εσωτερικό,η επαρχία,η άκρη του κόσμου
No antonyms found.
backbones => Σπονδυλική στήλη, back-and-forth => μπρος-πίσω, back of => πίσω από, back (up) => Επιστροφή (πίσω), back (up or away) => πίσω (πάνω ή μακριά),