Greek Meaning of auxiliary airfield
βοηθητικό αεροδρόμιο
Other Greek words related to βοηθητικό αεροδρόμιο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of auxiliary airfield
- auxiliary boiler => βοηθητικός λέβητας
- auxiliary cell => Βοηθητικό κύτταρο
- auxiliary engine => Βοηθητικός κινητήρας
- auxiliary equipment => βοηθητικός εξοπλισμός
- auxiliary operation => βοηθητική λειτουργία
- auxiliary pump => Βοηθητική αντλία
- auxiliary research submarine => βοηθητικό ερευνητικό υποβρύχιο
- auxiliary storage => βοηθητική αποθήκευση
- auxiliary verb => Βοηθητικό ρήμα
- auxiliatory => βοηθητικός
Definitions and Meaning of auxiliary airfield in English
auxiliary airfield (n)
an airfield that functions in a subsidiary capacity
FAQs About the word auxiliary airfield
βοηθητικό αεροδρόμιο
an airfield that functions in a subsidiary capacity
No synonyms found.
No antonyms found.
auxiliary => βοηθητικός, auxiliarly => βοηθητικό , auxiliaries => βοηθητικά, auxiliar => Βοηθητικός, auxetophone => Αυξητόφωνο,