Greek Meaning of austrine
αυστρίνη
Other Greek words related to αυστρίνη
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of austrine
- austrian winter pea => Αυστριακό χειμωνιάτικο μπιζέλι
- austrian schilling => Σελίνι Αυστρίας
- austrian monetary unit => Αυστριακή νομισματική μονάδα
- austrian capital => Βιέννη
- austrian => αυστριακός
- austria-hungary => Αυστροουγγαρία
- austria => Αυστρία
- australopithecus robustus => Παράνθρωπος ο ανθεκτικός
- australopithecus boisei => Australopithecus boisei
- australopithecus africanus => Αυστραλοπίθηκος αφρικανός
- austro-asiatic => Αυστροασιατική
- austro-asiatic language => Αυστρονησιακή γλώσσα
- austrocedrus => αυστροκύπαρισσος
- austrocedrus chilensis => Austrocedrus chilensis
- austro-hungarian => αυστροουγγρικός
- austromancy => Αυστρομαντεία
- austronesia => Αυστρονησιακός
- austronesian => Αυστρονησιακός
- austronesian language => Αυστρονησιακή γλώσσα
- austrotaxus => νότιο τάξο
Definitions and Meaning of austrine in English
austrine (n.)
Southern; southerly; austral.
FAQs About the word austrine
αυστρίνη
Southern; southerly; austral.
No synonyms found.
No antonyms found.
austrian winter pea => Αυστριακό χειμωνιάτικο μπιζέλι, austrian schilling => Σελίνι Αυστρίας, austrian monetary unit => Αυστριακή νομισματική μονάδα, austrian capital => Βιέννη, austrian => αυστριακός,