Greek Meaning of atriplex
Ατρίπλεκσος
Other Greek words related to Ατρίπλεκσος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of atriplex
- atrip => έντερο
- atrioventricular valve => κολποκοιλιακές βαλβίδες
- atrioventricular trunk => Κορμός κολποκοιλιακής αύλακας
- atrioventricular node => Κόλπος ανώτερης κοιλίας
- atrioventricular nodal rhythm => Κόλπος-κοιλιακός κόμβος ρυθμού
- atrioventricular bundle => Δεσμίδα του Ασμάν-Ταβάρ
- atrioventricular block => Κολποκοιλιακός αποκλεισμός
- atrioventricular => Κολποκοιλιακός
- atrichornithidae => atrichornithidae
- atrial septal defect => Διακολπική επικοινωνία
- atriplex hortensis => Σπανάκι
- atriplex hymenelytra => Atriplex hymenelytra
- atriplex lentiformis => Ατρίπληξ η φακοειδής
- atriplex mexicana => Atriplex mexicana
- atrium => Αίθριο
- atrium cordis => αίθριον
- atrium dextrum => Δεξιό αίθριο
- atrium of the heart => Κόλπος της καρδιάς
- atrium sinistrum => Αριστερός κόλπος
- atrocha => Ατρότσα
Definitions and Meaning of atriplex in English
atriplex (n)
orach; saltbush
FAQs About the word atriplex
Ατρίπλεκσος
orach; saltbush
No synonyms found.
No antonyms found.
atrip => έντερο, atrioventricular valve => κολποκοιλιακές βαλβίδες, atrioventricular trunk => Κορμός κολποκοιλιακής αύλακας, atrioventricular node => Κόλπος ανώτερης κοιλίας, atrioventricular nodal rhythm => Κόλπος-κοιλιακός κόμβος ρυθμού,