Greek Meaning of atrial auricle
Προκολπική προεξοχή
Other Greek words related to Προκολπική προεξοχή
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of atrial auricle
- atrial fibrillation => Κολπική μαρμαρυγή
- atrial septal defect => Διακολπική επικοινωνία
- atrichornithidae => atrichornithidae
- atrioventricular => Κολποκοιλιακός
- atrioventricular block => Κολποκοιλιακός αποκλεισμός
- atrioventricular bundle => Δεσμίδα του Ασμάν-Ταβάρ
- atrioventricular nodal rhythm => Κόλπος-κοιλιακός κόμβος ρυθμού
- atrioventricular node => Κόλπος ανώτερης κοιλίας
- atrioventricular trunk => Κορμός κολποκοιλιακής αύλακας
- atrioventricular valve => κολποκοιλιακές βαλβίδες
Definitions and Meaning of atrial auricle in English
atrial auricle (n)
a small conical pouch projecting from the upper anterior part of each atrium of the heart
FAQs About the word atrial auricle
Προκολπική προεξοχή
a small conical pouch projecting from the upper anterior part of each atrium of the heart
No synonyms found.
No antonyms found.
atrial artery => Ωτική αρτηρία, atrial => κολπικός, atria => Κόλποι της καρδιάς, atreus => Ατρέας, atresia => ατρησία,