Greek Meaning of armure
Θωράκιση
Other Greek words related to Θωράκιση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of armure
- arm-twisting => στρίψιμο του βραχίονα
- armstrong => Αρμστρονγκ
- arms-runner => Έμπορος όπλων
- arms race => κούρσα εξοπλισμών
- arms manufacturer => Κατασκευαστής όπλων
- arm's length => σε απόσταση βραχίονα
- arms industry => βιομηχανία όπλων
- arms deal => Εμπόριο όπλων
- arms control => έλεγχος των εξοπλισμών
- arms => όπλα
- army => στρατός
- army ant => Στρατιώτης
- army attache => Στρατιωτικός ακόλουθος
- army base => Στρατιωτική βάση
- army brat => Στρατιωτικο
- army corps => σώμα στρατού
- army cutworm => Σκώρος του στρατού
- army engineer => Στρατιωτικός μηχανικός
- army for the liberation of rwanda => Στρατός για την απελευθέρωση της Ρουάντα
- army high performance computing research center => Κέντρο ερευνών στρατού για την υπολογιστική υψηλών επιδόσεων
Definitions and Meaning of armure in English
armure (n.)
Armor.
A variety of twilled fabric ribbed on the surface.
FAQs About the word armure
Θωράκιση
Armor., A variety of twilled fabric ribbed on the surface.
No synonyms found.
No antonyms found.
arm-twisting => στρίψιμο του βραχίονα, armstrong => Αρμστρονγκ, arms-runner => Έμπορος όπλων, arms race => κούρσα εξοπλισμών, arms manufacturer => Κατασκευαστής όπλων,