FAQs About the word aneurismatic

ανευρυσματικός

relating to or affected by an aneurysm

No synonyms found.

No antonyms found.

aneurismal => ανευρυσματικός, aneurism => Εύρυσμα, aneurin => ανευρίνη, aneuploidy => Ανευπλοειδία, aneuploid => Ανόμοιος χρωμοσωμικός αριθμός,