Greek Meaning of alumine
αλουμίνιο
Other Greek words related to αλουμίνιο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of alumine
- aluminic => αλουμίνιο
- aluminiferous => αλουμινιούχος
- aluminiform => Αλουμινοειδής
- aluminise => Αλουμίνιο
- aluminium => αλουμίνιο
- aluminium bronze => μπρούντζος αλουμινίου
- aluminium chloride => Χλωριούχο αργίλιο
- aluminium foil => Αλουμινόχαρτο
- aluminium hydroxide => Υδροξείδιο του αργιλίου
- aluminium oxide => Οξείδιο του αλουμινίου
Definitions and Meaning of alumine in English
alumine (n.)
Alumina.
FAQs About the word alumine
αλουμίνιο
Alumina.
No synonyms found.
No antonyms found.
aluminated => Αλουμινοποιημένος, aluminate => Αλουμινικό, alumina => Αλουμίνα, alumen => Στυπτηρία, alumbloom => Αλουμπλουμ,