Greek Meaning of alcoholism abuse
Αλκοολισμός
Other Greek words related to Αλκοολισμός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of alcoholism abuse
- alcoholism => αλκοολισμός
- alcoholise => αλκοολοποιώ
- alcohol-in-glass thermometer => Θερμόμετρο αλκοόλης σε γυαλί
- alcoholics anonymous => Ανώνυμοι Αλκοολικοί
- alcoholic drink => αλκοολούχο ποτό
- alcoholic dementia => Αλκοολική άνοια
- alcoholic beverage => αλκοολούχο ποτό
- alcoholic abuse => Κατάχρηση αλκοόλ
- alcoholic => αλκοολικός
- alcohol-dependent => αλκοολικός
- alcoholization => Εξαλκοόλωση
- alcoholize => αλκοολίζω
- alcoholized => αλκοολοποιημένος
- alcoholizing => αλκοολικός
- alcoholmeter => Οινόμετρο
- alcoholmetrical => αλκοολούχο
- alcoholometer => οινοπνευστόμετρο
- alcoholometric => αλκοολομετρική
- alcoholometrical => αλκοολομετρικό
- alcoholometry => Αλκοολομετρία
Definitions and Meaning of alcoholism abuse in English
alcoholism abuse (n)
excessive use of alcohol and alcoholic drinks
FAQs About the word alcoholism abuse
Αλκοολισμός
excessive use of alcohol and alcoholic drinks
No synonyms found.
No antonyms found.
alcoholism => αλκοολισμός, alcoholise => αλκοολοποιώ, alcohol-in-glass thermometer => Θερμόμετρο αλκοόλης σε γυαλί, alcoholics anonymous => Ανώνυμοι Αλκοολικοί, alcoholic drink => αλκοολούχο ποτό,