Greek Meaning of alastrim
αλάστριμ
Other Greek words related to αλάστριμ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of alastrim
- alaskan pipeline => Αγώγιπε αργού πετρελαίου της Αλάσκας
- alaskan native => Εγγενής της Αλάσκας
- alaskan malamute => Αλάσκαν Μάλαμουτ
- alaskan king crab => Βασιλικός κάβουρας της Αλάσκας
- alaskan brown bear => Αρκούδα γκρίζλι Αλάσκας
- alaskan => αλλοσκός
- alaska standard time => Ώρα Αλάσκας
- alaska rein orchid => Ορχιδέα του δάσους
- alaska range => Οροσειρά της Αλάσκας
- alaska peninsula => Χερσόνησος της Αλάσκας
Definitions and Meaning of alastrim in English
alastrim (n)
a mild form of smallpox caused by a less virulent form of the virus
FAQs About the word alastrim
αλάστριμ
a mild form of smallpox caused by a less virulent form of the virus
No synonyms found.
No antonyms found.
alaskan pipeline => Αγώγιπε αργού πετρελαίου της Αλάσκας, alaskan native => Εγγενής της Αλάσκας, alaskan malamute => Αλάσκαν Μάλαμουτ, alaskan king crab => Βασιλικός κάβουρας της Αλάσκας, alaskan brown bear => Αρκούδα γκρίζλι Αλάσκας,