Greek Meaning of acousticophobia
Ακουστιχοφοβία
Other Greek words related to Ακουστιχοφοβία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of acousticophobia
- acoustician => Ακουστικός
- acoustically => ακουστικά
- acoustical => ακουστικός
- acoustic wave => Ηχητικό κύμα
- acoustic storage => Ακουστική αποθήκευση
- acoustic spectrum => Ακουστικό φάσμα
- acoustic resistance => Ακουστική αντίσταση
- acoustic reactance => Ακουστική αντίσταση
- acoustic radiation pressure => Ακουστική πίεση ακτινοβολίας
- acoustic projection => Ακουστική προβολή
Definitions and Meaning of acousticophobia in English
acousticophobia (n)
a morbid fear of sounds including your own voice
FAQs About the word acousticophobia
Ακουστιχοφοβία
a morbid fear of sounds including your own voice
No synonyms found.
No antonyms found.
acoustician => Ακουστικός, acoustically => ακουστικά, acoustical => ακουστικός, acoustic wave => Ηχητικό κύμα, acoustic storage => Ακουστική αποθήκευση,